Η έρευνα της PwC για τις δεξιότητες

Ήδη από την πρώτη έρευνα του World Economic Forum το 2016, που αφορούσε το μέλλον της εργασίας στην 4η Βιομηχανική Επανάσταση, οι οργανισμοί άρχισαν ν’ αναθεωρούν τα προσόντα που αναζητούν στους υποψηφίους. Έκτοτε δίνεται όλο και περισσότερη βαρύτητα στις ήπιες δεξιότητες (soft skills) όπως η δημιουργικότητα, η κριτική σκέψη, η επικοινωνία κ.ά. Σύμφωνα όμως με την έρευνα «23rd Annual Global CEO Survey» της PwC, το πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί στην αγορά εργασίας είναι πως η προσφορά δεν ικανοποιεί την αυξημένη ζήτηση για ήπιες δεξιότητες. Αντίθετα, αυτή η παγκόσμια έλλειψη δεξιοτήτων επιδεινώνεται από τα εμπόδια στην κινητικότητα ταλέντων που δημιουργείται σε όλο τον κόσμο.

Το «Annual Global CEO Survey» είναι μία ετήσια δημοσκόπηση που διεξάγεται και δημοσιεύεται από την PwC. Στη δράση αυτή συμμετέχουν Διευθύνοντες Σύμβουλοι από κάθε μεριά του πλανήτη εκφράζοντας τις απόψεις τους για τα πιο σύγχρονα θέματα που αφορούν τις επιχειρήσεις. Στην έκθεση του 2020, λοιπόν, ένα από τα βασικότερα θέματα που φαίνεται ν’ απασχολούν τους CEOs ανά τον κόσμο είναι η αναβάθμιση των δεξιοτήτων των υπαλλήλων τους (upskilling). Η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση εισήγαγε νέα επιχειρηματικά μοντέλα και νέους τρόπους εργασίας που απαιτούν κρίσιμες νέες τεχνικές, ψηφιακές και ήπιες δεξιότητες. Αυτές οι δεξιότητες είναι δυσεύρετες. Πράγματι, σύμφωνα με την έκθεση η διαθεσιμότητα βασικών δεξιοτήτων κατείχε μία από τις κορυφαίες θέσεις στη λίστα «ακραία ανησυχία» για την τελευταία δεκαετία, εμποδίζοντας την καινοτομία και αυξάνοντας το κόστος ανθρώπινου δυναμικού. Επίσης, λόγω της χαμηλής προσφοράς, οι υποψήφιοι με ανεπτυγμένες δεξιότητες απαιτούν υψηλές αμοιβές με αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις να μην μπορούν να γεφυρώσουν το χάσμα δεξιοτήτων προσλαμβάνοντας νέους υπαλλήλους. Η λύση, λοιπόν, είναι ξεκάθαρη. Οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι πρέπει να συνεργαστούν και να επενδύσουν στην αναβάθμιση των δεξιοτήτων τους.

Έως τώρα η έρευνα δείχνει πως λιγότεροι από 1 στους 5 (18%) των ηγετών παγκοσμίως πιστεύουν ότι η οργάνωσή τους έχει σημειώσει «σημαντική πρόοδο» στην καθιέρωση ενός προγράμματος αναβάθμισης δεξιοτήτων. Ωστόσο, οι οργανισμοί που έχουν ξεκινήσει δυναμικά την αναβάθμιση δεξιοτήτων και έχουν προχωρήσει σε μετέπειτα στάδια δίνουν ελπιδοφόρα μηνύματα. Συγκεκριμένα, μερικά από τα σημαντικότερα ευρήματα της «23rd Annual Global CEO Survey» της PwC για τους οργανισμούς με ανεπτυγμένο upskilling είναι τα εξής:

  • Το 94% των ηγετών δηλώνει σε μέτριο ή υψηλό βαθμό πως παρατηρεί υψηλότερη καινοτομία και επιταχυνόμενο ψηφιακό μετασχηματισμό στον οργανισμό το.
  • Το 93% των ηγετών δηλώνει σε μέτριο ή υψηλό βαθμό πως έχει μειωθεί το χάσμα της έλλειψης δεξιοτήτων και της αναντιστοιχίας θέσεων-δεξιοτήτων, ενώ έχει αυξηθεί η παραγωγικότητα των εργαζομένων.
  • Το 95% των ηγετών αναφέρει ισχυρότερη εταιρική κουλτούρα και αφοσίωση των εργαζομένων.
  • Το 93% των ηγετών δηλώνει υψηλότερη ανάπτυξη του οργανισμού.

Συνεπώς, με την επένδυση στην αναβάθμιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων τόσο οι οργανισμοί όσο και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι μπορούν να επιτύχουν μεγαλύτερη ευημερία. Όμως οι ηγέτες των επιχειρήσεων δεν μπορούν να λύσουν την παγκόσμια κρίση ταλέντων και δεξιοτήτων που αντιμετωπίζει ο κόσμος. Απαιτεί τις συντονισμένες προσπάθειες των εκπαιδευτικών, των κυβερνήσεων, των καινοτόμων στην τεχνολογία και των επιχειρηματικών κοινοτήτων για να διασφαλιστεί πως οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο παραμένουν παραγωγικά απασχολημένοι με ουσιαστική εργασία.

Εικόνα 1. Παράγοντες που οδηγούν στην ανάγκη αναβάθμισης των δεξιοτήτων των εργαζομένων, «23rd Annual Global CEO Survey», PwC, 2020

Πηγή: https://www.pwc.com/gx/en/ceo-agenda/ceosurvey/2020.html

LinkedIn: Οι τάσεις που διαμορφώνουν την εργασία

“While hard skills may get a candidate’s foot in the door, it’s soft skills that ultimately open it.”
Lydia Liu
Head of HR, Home Credit Consumer Finance Co. Ltd.

Η ανάπτυξη και βελτίωση των ήπιων δεξιοτήτων (soft skills) του ανθρώπινου δυναμικού αποτελεί πλέον επιτακτική ανάγκη. Όλο και περισσότερες έρευνες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου στους οργανισμούς προκειμένου να προετοιμαστούν για την Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση. Σε πρόσφατη έρευνα του LinkedIn για τις Τάσεις που μεταμορφώνουν τους χώρους εργασίας παγκοσμίως, οι ήπιες δεξιότητες (soft skills) κατέλαβαν τη πρώτη θέση. Για τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης έκθεσης χρησιμοποιήθηκαν συνεντεύξεις με ηγέτες εταιρειών, περισσότερους από 5.000 ειδικούς στην εύρεση ταλέντων σε 35 χώρες αλλά και δεδομένα που συλλέχθηκαν από τη πλατφόρμα του LinkedIn.

Εικόνα 1: Οι 4 τάσεις που μεταλλάσσουν την εργασία

Το 80% των ερωτηθέντων της έρευνας είπαν πώς οι ήπιες δεξιότητες γίνονται όλο και πιο σημαντικές για την επιτυχία της εταιρείας. Πλέον, οι οργανισμοί έχουν αυξημένες απαιτήσεις από τους υπαλλήλους, πέραν των τεχνικών τους δεξιοτήτων, αναζητούν την ικανότητά τους να σκέφτονται δημιουργικά, να συνεργάζονται αποτελεσματικά και να προσαρμόζονται γρήγορα. Δεξιότητες που αναδείχθηκαν ιδιαιτέρως κατά την εμφάνιση του COVID-19 και των ραγδαίων αλλαγών που προκάλεσε στην εργασία παγκοσμίως.

Πλήθος οργανισμών και κυνηγών ταλέντων που έχουν αντιληφθεί τη σημασία των ήπιων δεξιοτήτων, έχουν παράλληλα παρατηρήσει την έλλειψη τους σε μεγάλο μέρος των υποψηφίων. Σύμφωνα με την έρευνα του LinkedIn, οι ήπιες δεξιότητες με την πιο αυξημένη ζήτηση από τις εταιρείες και την πιο ελλειπή προσφορά από τους υποψηφίους είναι οι: 1. δημιουργικότητα, 2. ικανότητα αποτελεσματικής επιρροής των άλλων, 3. συνεργασία και 4. αποτελεσματικότητα.

Η αναγκαιότητα των ήπιων δεξιοτήτων δεν αναιρεί τη σημασία των τεχνικών δεξιοτήτων, απλώς υπογραμμίζει την ανεπάρκειά τους ώστε κάποιος ν’ ανταποκριθεί στις νέες εργασιακές απαιτήσεις. Στην έκθεση του LinkedIn αναφέρεται πως οι «κακές» προσλήψεις σπάνια οφείλονται στην έλλειψη τεχνικών δεξιοτήτων, ενώ σύμφωνα με τους ειδικούς το 89% των αποτυχημένων προσλήψεων έχει έλλειψη ήπιων δεξιοτήτων.

Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα όσα αναφέρθηκαν, μπορούμε να συμπεράνουμε τα εξής:

  1. Οι ήπιες δεξιότητες είναι πολύ σημαντικές
  2. Υπάρχει έλλειψη και ανάγκη για ανάπτυξη ήπιων δεξιοτήτων
Εικόνα 2: Η σημασία των ήπιων δεξιοτήτων σε όλο τον κόσμο.

Πηγή:https://business.linkedin.com/talent-solutions/blog/trends-and-research/2019/global-recruiting-trends-2019

Σημαντικές ελλείψεις σε απαραίτητες δεξιότητες και λιγότερο σε τυπικά προσόντα, σύμφωνα με τον ΣΕΒ

Σε έρευνα που διεξήχθη από τον ΙΟΒΕ και την Public Issue για λογαριασμό του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), καταγράφηκαν σημαντικές ελλείψεις σε παιδεία και δεξιότητες, τόσο στα υπάρχοντα στελέχη τους όσο και στα άτομα που αναζητούν θέση εργασίας. Το τελευταίο μάλιστα, προβληματίζει τα στελέχη των τμημάτων Ανθρωπίνου Δυναμικού, καθώς καθίσταται πλέον δύσκολη η κάλυψη των κενών θέσεων εργασίας από άτομα με κατάλληλες δεξιότητες και, έτσι, τίθεται θέμα ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων ως προς το ανθρώπινο κεφάλαιό τους, σε μια αγορά που συνεχώς μεταβάλλεται με τις αλλαγές στη τεχνολογία (AI, Big Data, Cloud, κλπ).

ΣΕΒ - έρευνα- δεξιότητες

    Όπως αναφέρεται, “το 35,6% των επιχειρήσεων του παραγωγικού τομέα της οικονομίας αντιμετωπίζει δυσκολίες στη κάλυψη των θέσεων εργασίας“. Το φαινόμενο αυτό μάλιστα είναι ιδιαίτερα έντονο σε όσες επιχειρήσεις είναι εξωστρεφείς, όπου οι απαιτήσεις στο ανθρώπινο δυναμικό είναι υψηλότερες. Το πρόβλημα, σύμφωνα με τη μελέτη, ξεκινά να δημιουργείται στα πανεπιστήμια, όπου η προσφερόμενη γνώση και ανάπτυξη δεξιοτήτων αργεί να προσαρμοστεί στις τρέχουσες απαιτήσεις, με αποτέλεσμα την επόμενη ημέρα οι απόφοιτοι ήδη θα υπολείπονται των δεξιοτήτων που ήταν απαραίτητες χθες. Πέραν τούτου, η έλλειψη δεξιοτήτων είναι πρόδηλη, σε μεγαλύτερο ποσοστό, ακόμα και στα υπάρχοντα στελέχη αυτών των επιχειρήσεων.

    Πού, όμως, οφείλεται η δυσκολία κάλυψης των θέσεων εργασίας- όταν μάλιστα (σε άλλη μελέτη) φαίνεται ότι ο 1 στους 3 εργαζόμενους απασχολείται σε θέση κατώτερη των τυπικών προσόντων του; Οι εξωστρεφείς επιχειρήσεις, που αντιμετωπίζουν περισσότερο το πρόβλημα αυτό, δεν εκτιμούν ότι βασικότερο αίτιο της μή κάλυψης των θέσεων είναι ο χαμηλός μισθός-απεναντίας, είναι διατεθειμένες να προσφέρουν υψηλότερες αμοιβές. Ο πιό σημαντικός λόγος (27,7%) είναι για αυτές η έλλειψη κατάλληλων δεξιοτήτων των εργαζομένων, ενώ ακολουθεί η έλλειψη επαγγελματικής εμπειρίας (εδώ εξαίρεση αποτελεί ο κλάδος υγείας & φαρμάκου), έπειτα η απομακρισμένη γεωγραφικά θέση της επιχείρησης και κατόπιν (11,5%) η έλλειψη τυπικών προσόντων των υποψηφίων.

Αναμενόμενος προβληματισμός που ακολουθεί είναι ο τύπος των δεξιοτήτων που βρίσκονται σε έλλειψη. Ανάμεσα στις “δεξιότητες που  απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων μιας συγκεκριμένης θέσης εργασίας (τεχνικές/επαγγελματικές) ” και στις “δεξιότητες οριζόντιου χαρακτήρα (π.χ. εργασία σε ομάδα, επίλυση σύνθετων προβλημάτων, ανάληψη πρωτοβουλιών, ικανότητα μάθησης κλπ.)”, η έλλειψη φαίνεται να διαφοροποιείται ανάλογα με την επαγγελματική κατηγορία. Στα επαγγέλματα υψηλών προσόντων (λ.χ τα ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη,  οι επαγγελματίες) σημαντικότερες ελλείψεις παρατηρούνται σε  τεχνικές/επαγγελματικές δεξιότητες, σε αντιδιαστολή με τα επαγγέλματα μεσαίων (λ.χ υπαλληλοι γραφείου, πωλητές) και χαμηλών προσόντων (λ.χ χειριστές μηχανημάτων) όπου οι ελλείχεις και στις δύο κατηγορίες δεξιοτήτων θεωρούνται το ίδιο σημαντικές. Συνεπώς, η έλλειψη δεξιοτήτων οριζοντίου χαρακτήρα αποκτά μεγάλο βαθμό σημαντικότητας, ενώ μπορούν να αναπτυχθούν στα πλαίσια συστημάτων τυπικής εκπαίδευσης και κατάρτισης

   Αν ο βασικότερος λόγος αύξησης της ζήτησης για νέες δεξιότητες είναι η εισαγωγή νέων τεχνολογιών (30,3%), οι βασικότερες επιπτώσεις από το έλλειμμα των δεξιοτήτων για τις επιχειρήσεις είναι η επιβάρυνση με επιπλέον κόστος και το πλήγμα στην ανταγωνιστικότητά τους. Η σημαντικότερη  επίπτωση από την έλλειψη κατάλληλων γνώσεων & δεξιοτήτων δηλώνεται ότι είναι η αύξηση του φόρτου εργασίας για το υπόλοιπο προσωπικό (25%), ακολουθεί το υψηλότερο λειτουργικό κόστος (23,2%), η καθυστέρηση ανάπτυξης προϊόντων και υπηρεσιών (17%), οι δυσκολίες στην εισαγωγή νέων εργασιακών πρακτικών (12,3%), οι δυσκολίες συμμόρφωσης με πρότυπα ποιότητας ή το ρυθμιστικό πλαίσιο (9,4%), η απώλεια μεριδίου αγοράς προς τους ανταγωνιστές (6,5%) και το outsourcing (6,5%).

   

Πηγή: Σύνδεσμος Επιχειρήσεων & Βιομηχανιών
Ολόκληρη η αναφορά της έρευνας εδώ.

Η έρευνα της McKinsey & Co για την εργασία στη 4η Βιομηχανική Επανάσταση

   Την επίδραση της αυτοματοποίησης και της τεχνολογίας στη καθημερινότητα της εργασίας παρουσίασε το McKinsey Global Institute. Στην έρευνα αυτή διερευνήθηκαν, μεταξύ άλλων, οι επιπτώσεις του αυτοματισμού στο μέλλον της εργασίας καθώς και οι δεξιότητες που θα είναι αναγκαίες, ώστε τα διατηρηθούν θέσεις εργασίας και είδη επαγγελμάτων, σε μια εποχή που οι μηχανές και η Τεχνητή Νοημοσύνη (Artificial Intelligence – Α.Ι) κερδίζουν συνεχώς έδαφος.

  Από τη μία πλευρά, αρκετές θέσεις εργασίας μπορούν να δημιουργηθούν για όλους, εξαιτίας των τεχνολογικών καινοτομιών. Οι προκλήσεις, που αντιμετωπίζει η αγορά εργασίας, αφορούν και στα νέα επαγγέλματα αλλά και στο μέλλον των υπαρχόντων επαγγελμάτων και στις ικανότητες και δεξιότητες που θα πρέπει να κατέχουν οι σημερινοί εργαζόμενοι αλλά και όσοι εισέρχονται στην αγορά εργασίας. Όπως αναφέρεται, την επόμενη δεκαετία ένα μεγάλο ποσοστό εργαζομένων παγκοσμίως (3%-14%) προβλέπεται ότι θα χρειαστεί να αλλάξει θέση εργασίας ή θα απαιτηθεί να αναπτύξει νέες δεξιότητες, ανάλογα με την ταχύτητα με την οποία ο αυτοματισμός θα αντικαταστήσει την εργασία που έως εκείνη τη στιγμή εκτελούσαν τα άτομα αυτά. Τέτοιες αλλαγές ήδη διαφαίνονται, σε τομείς όπως οι κατασκευές και η αγροτική οικονομία. Αυτή, όμως, δεν είναι η μοναδική επίδραση που ασκείται από τον αυτοματισμό κάτι που δείχνει ότι βρισκόμαστε σε μια περίοδο “επαναστατικών” αλλαγών.

Τα ίδια τα επαγγέλματα αλλάζουν. Σύμφωνα με την έρευνα, η ζήτηση για θέσεις εργασίας σε ορισμένα επαγγέλματα μπορούν να αυξηθεί ή να μειωθεί σε αναπτυσσόμενες ή ανεπτυγμένες οικονομίες (όπως π.χ η Εξυπηρέτηση Πελατών). Ορισμένα επαγγέλματα θεωρείται ότι σε ανεπτυγμένες οικονομίες θα έχουν ζήτηση, όπως όσα σχετίζονται με την παροχή Υπηρεσιών Υγείας ή επαγγέλματα που σχετίζονται με τη Τεχνολογία· θα απαιτείται όμως διαρκής κατάρτιση και ανάπτυξη ήπιων (soft) δεξιοτήτων, όπως η δημιουργικότητα και η καινοτομία και άλλες υψηλού επιπέδου γνωστικές ικανότητες. Οι μηχανές πλέον μπορούν να αντικαταστήσουν τον άνθρωπο σε αρκετές δραστηριότητες (π.χ σωματικές δραστηριότητες ή ανάλυση και επεξεργασία & ανάλυση δεδομένων), όμως τα άτομα υπερτερούν στη διαχείριση ανθρωπίνου κεφαλαίου, στην εφαρμογή εξειδικευμένης γνώσης και στην επικοινωνία με τους άλλους. Η προκλήσεις αυτές, όπως αναφέρεται, δεν αφορούν μόνο τους ίδιους τους σημερινούς ή μελλοντικούς εργαζομένους, αλλά και τη σημερινή ηγεσία επιχειρήσεων και οργανισμών που οφείλουν να αναγνωρίσουν τις αλλαγές που ήδη πραγματοποιούνται.

Τα στοιχεία που παρουσιάζονται στην έρευνα για την ερχόμενη δεκαετία είναι εντυπωσιακά και καταδεικνύουν τις προκλήσεις της εποχής:

  • Εκτιμάται ότι 400 με 800 εκατομμύρια άτομα ενδέχεται ότι θα χάσουν τη θέση εργασίας τους εξαιτίας του αυτοματισμού
  • Στις ΗΠΑ και τη Γερμανία υπολογίζεται ότι πάνω από το 1/3 των εργαζομένων μπορεί να χρειαστεί να αναπτύξει νέες δεξιότητες και να αναζητήσει άλλη εργασία.
  • Στο 60% των επαγγελμάτων τουλάχιστον το 1/3 των δραστηριοτήτων θα μπορούσαν να αυτοματοποιηθούν πλήρως.
  • To 0-30% των ωρών εργασίας παγκοσμίως αναμένεται να αυτοματοποιηθεί, αναλόγως του βαθμού υιοθέτησης της αυτοματοποίησης (διαφορετικό επίπεδο ανά χώρα, κλάδο και επάγγελμα).
  • Οι αλλαγές στην εργασία είναι τόσο ραγδαίες, συγκρίσιμες των αλλαγών στις αρχές του 20ού αιώνα, κατά τη μαζική μετάβαση από τον αγροτική οικονομία στη βιομηχανία.

Δείτε το video:

Πηγή: mckinsey.com
Ολόκληρη η αναφορά της έρευνας εδώ.